τελευτῶσιν

τελευτῶσιν
τελευτάω
bring to pass
pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)
τελευτάω
bring to pass
pres subj act 3rd pl (attic epic ionic)
τελευτάω
bring to pass
pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)
τελευτάω
bring to pass
pres subj act 3rd pl (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καρκαδών — καρκαδών, ἡ (Α) (κατά τον Φώτιο και το λεξ. Σούδα) ο οβολός που έπαιρνε ως αμοιβή ο Χάρων από τους νεκρούς («καρκαδόνα τοῡτο λέγεται Χάρωνος δάνειον συναγόμενον ἐκ τοῡ ὀβολοῡ τοῡ συγκηδευομένου τοῑς τελευτῶσιν οὐχ ὡς ἔνιοι πλανώμενοι βοτάνης… …   Dictionary of Greek

  • περόνη — Μακρύ οστό του κάτω άκρου που μετέχει στην ποδοκνημική άρθρωση· αρθρούται στο επάνω μέρος με το άνω άκρο της κνήμης, ενώ στο κάτω μέρος συνδέεται με την κνήμη με τη μεσόστεα μεμβράνη και με ισχυρούς συνδέσμους. Το κάτω άκρο της σχηματίζει το έξω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”